αποθετήριο

αποθετήριο
Το έγγραφο που πιστοποιεί την αποθήκευση εμπορευμάτων στην αποθήκη της εμπορικής επιχείρησης. Δεν αποτελεί αξιόγραφο και στερείται αυτοτελούς νομικής οντότητας, δεν μπορεί δηλαδή να αποτελέσει μεταβιβάσιμο τίτλο, επιδεκτικό κυριότητας, ενεχυρίασης κλπ.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • μετοχή — Μέρος του λόγου, η φύση και οι ιδιότητες του οποίου ταυτίζονται με εκείνες του επιθέτου και του ρήματος (ρηματικό επίθετο). Δηλώνει συγχρόνως διάθεση και χρόνο. Σχηματίζεται και στις δύο φωνές, στην ενεργητική από τον ενεστώτα (παίζοντας,… …   Dictionary of Greek

  • μετόχη — Μέρος του λόγου, η φύση και οι ιδιότητες του οποίου ταυτίζονται με εκείνες του επιθέτου και του ρήματος (ρηματικό επίθετο). Δηλώνει συγχρόνως διάθεση και χρόνο. Σχηματίζεται και στις δύο φωνές, στην ενεργητική από τον ενεστώτα (παίζοντας,… …   Dictionary of Greek

  • αποθήκες, γενικές — Ιδιωτικοί οργανισμοί που αναλαμβάνουν τη φύλαξη και τη διατήρηση κάθε είδους εμπορευμάτων για λογαριασμό τρίτων. Οι γ.α. υπάρχουν σε τόπους όπου η εμπορική κίνηση είναι εντονότερη. Τη μεγάλη χρησιμότητά τους δίνει όχι μόνο ο αξιόλογος τεχνικός… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”